Φάρσαλα

Η σκληρή αλήθεια για το μεταναστευτικό προσφυγικό

Ένα από τα σημαντικότερα θέματα τα οποία καλείται να ρυθμίσει η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη είναι το μεταναστευτικό.

Μάλιστα μετά τα πρόσφατα γεγονότα σε Χίο και Λέσβο η κατάσταση μοιάζει να έχει εκτραχυνθεί εντελώς.

Με αυτό το άρθρο θα γίνει μια απόπειρα να αποκαλυφθεί η αλήθεια γύρω από το συγκεκριμένο ζήτημα, καθώς ουκ ολίγοι Έλληνες ανεξαρτήτως ηλικίας έχουν πέσει θύματα λαϊκιστικών αντιλήψεων που μαστίζουν τη σύγχρονη ελληνική κοινωνία.

Ξεκινώντας, είναι απαραίτητο να τονίσουμε τη διάκριση ανάμεσα στις έννοιες “πρόσφυγας”, “μετανάστης”, “λαθρομετανάστης”.

Έτσι πρόσφυγας σύμφωνα με τη Σύμβαση τη Γενεύης 《είναι ένα άτομο που βρίσκεται εκτός της χώρας καταγωγής του ή του τόπου κατοικίας του, έχει δικαιολογημένο φόβο δίωξης για λόγους φυλής, θρησκείας, εθνικότητας, συμμετοχής σε ορισμένη κοινωνική ομάδα ή λόγω πολιτικών πεποιθήσεων και εξαιτίας αυτού του φόβου δίωξης αδυνατεί ή δεν επιθυμεί να απολαμβάνει την προστασία αυτής της χώρας ή την επιστροφή σ’ αυτήν》(άρθρο 1).

Αντίθετα, όταν κάποιος βρίσκεται εκτός της πατρίδας ή της χώρας διαμονής του για ένα λόγο άσχετο από όσους αναφέρθηκαν πιο πάνω χαρακτηρίζεται ως “μετανάστης”.

Σε αυτό το σημείο πρέπει να γίνει μια κομβική διάκριση, καθώς ένας μετανάστης μπορεί να είναι νόμιμος, δηλαδή να έχει εισέλθει εντός μιας ξένης χώρας σύμφωνα με τους κανόνες που έχει θέσει η χώρα αυτή, ή να έχει εισέλθει παράνομα στη χώρα, δηλαδή λαθραία.

Σήμερα επιχειρείται να αντικατασταθεί ο όρος “λαθρομετανάστης” με άλλους όρους πιο κομψούς, όπως ο όρος “παράτυπος μετανάστης” (κατά τη γνώμη μου λανθασμένα, καθώς σημασία έχουν οι πράξεις και όχι το πώς θα τις ονομάσουμε).

Εφόσον έγινε αυτή η διάκριση, ήρθε η ώρα να διερευνηθεί αν πράγματι είναι σωστή η επιλογή της κυβέρνησης να δημιουργήσει κλειστά κέντρα κράτησης των λαθρομεταναστών στη Χίο και τη Λέσβο.

Για να εξακριβωθεί αν ήταν πράγματι ορθή η συγκεκριμένη κίνηση, θεωρείται πρέπον να απαντήσουμε σε κάποια ερωτήματα.

Αρχικά είναι αναγκαίο να αναρωτηθεί κανείς αν πρέπει να δημιουργηθούν κλειστά κέντρα κράτησης μεταναστών. Η απάντηση μοιάζει σχεδόν αυτονόητη, καθώς δεν υπάρχει σώφρων άνθρωπος που θα υποστήριζε πως είναι λογικό να επιτραπεί σε κάποιους ανθρώπους που εισήλθαν παράνομα σε μια χώρα να κινούνται ελεύθερα σε αυτή χωρίς κανένα απολύτως περιορισμό.

Έπειτα είναι επιτακτική η ανάγκη να εξετασθεί πού είναι ο κατάλληλος τόπος να χτιστούν τα συγκεκριμένα κλειστά κέντρα κράτησης.

Εδώ υπάρχουν δύο επιλογές : α) να κατασκευασθούν κέντρα κράτησης σε όλη την επικράτεια ή β) μόνο στα νησιά Χίο και Λέσβο. Η λογική λέει πως καλύτερη λύση είναι η πρώτη πρόταση, καθώς το πρόβλημα θα επιμεριστεί. Ωστόσο βάσει της συμφωνίας ΕΕ-Τουρκίας, η Τουρκία υποχρεούται να δεχτεί πίσω μόνο όσους δεν έχουν απομακρυνθεί από τα νησιά.

Δηλαδή αν κάποιος παράτυπος μετανάστης μεταφερθεί από την Χίο σε κλειστό κέντρο στη Λάρισα, η Τουρκία δεν υποχρεούται να τον δεχτεί πίσω. Επομένως, κλειστά κέντρα κράτησης μπορούν να γίνουν μόνο σε Χίο και Λέσβο. Στην ηπειρωτική Ελλάδα μπορούν να μεταφερθούν μόνο αυτοί που η αίτηση ασύλου τους έγινε δεκτή.

Με βάση τις παραπάνω σκέψεις εκδόθηκαν οι διοικητικές πράξεις με βάση τις οποίες θα δημιουργούνταν τα κλειστά κέντρα κράτησης στη Χίο και τη Λέσβο. Ωστόσο, οι πολίτες προσπάθησαν να εμποδίσουν την κατασκευή τους με τη βία, αντί να υπερασπιστούν τις απόψεις τους ειρηνικά και νόμιμα προσφεύγοντας στα δικαστήρια.

Επομένως η κυβέρνηση, ορθώς έδωσε εντολή στις δυνάμεις καταστολής να επέμβουν στα νησιά και να επιβάλουν τους νόμους.

Δυστυχώς κάποιοι λαϊκιστές ξεκίνησαν να ισχυρίζονται πως 《Έλληνες χτυπούν Έλληνες》 και να διχάζουν το λαό, ξεχνώντας πως το κράτος (λέξη που στα αρχαία σημαίνει δύναμη) έχει χρέος με τις δυνάμεις καταστολής να μεριμνά για την εφαρμογή των νόμων.

Με βάση τα όσα αναπτύχθηκαν, είναι πασίδηλο ότι τα κλειστά κέντρα κράτησης πρέπει οπωσδήποτε να κατασκευαστούν. Ωστόσο η δημιουργία τέτοιων δεν αρκεί ώστε να λυθεί το ζήτημα.

Αρχικά η Ελληνική Δημοκρατία είναι επιβεβλημένη ανάγκη να προστατεύσει τα σύνορά της (χερσαία και θαλάσσια) και να μην επιτρέπει στον οποιοδήποτε να εισέρχεται εντός της επικράτειάς της.

Σε αυτό το σημείο πρέπει να τονιστεί πως όταν γίνεται λόγος για υπεράσπιση των συνόρων, αυτή μπορεί να γίνει νοητή μόνο στα πλαίσια των κανόνων που υπαγορεύουν τα διεθνή κείμενα τα οποία έχει υπογράψει και κυρώσει η Ελλάδα, όπως η Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) και το Σύμφωνο για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα.

Επειδή, όμως, οι τελευταίες εξελίξεις θέτουν πια σε κίνδυνο τον σκληρό πυρήνα της εθνικής υπόστασης και κυριαρχίας, η χώρα δικαιούται και υποχρεούται να λάβει κάθε μέτρο για την αναχαίτιση του κινδύνου.

Εξάλλου, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το διεθνές δίκαιο που κατοχυρώνει ανθρώπινα δικαιώματα, και στην εθνική κυριαρχία ανάγεται και την κρατική υπόσταση προϋποθέτει, για να μπορέσει να εφαρμοστεί αποτελεσματικά. Χωρίς κράτος, κανένα ανθρώπινο δικαίωμα, ούτε των ημεδαπών ούτε των αλλοδαπών, είναι εγγυημένο. No state, no rights.

Επιπροσθέτως, σε διπλωματικό επίπεδο η κυβέρνηση οφείλει να αναδείξει τη σπουδαιότητα του συγκεκριμένου προβλήματος, του οποίου οι διαστάσεις είναι διεθνείς . Είναι λανθασμένη η άποψη πως το προσφυγικό-μεταναστευτικό είναι ένα ελληνικό πρόβλημα, ή έστω ένα ελληνοτουρκικό ζήτημα.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι υποχρεωμένη να παρέμβει ενισχύοντας αφενός οικονομικά τα κράτη-μέλη της που δοκιμάζονται, αλλά και αναγκάζοντας αφετέρου τα κράτη που συνορεύουν με αυτή (όπως η Τουρκία) να λάβουν και αυτά μέτρα ώστε να μειωθεί ο αριθμός των ατόμων που μετακινούνται παράνομα.

Επιπλέον, η κυβέρνηση οφείλει να ενισχύσει οικονομικά τους κατοίκους των ακριτικών νησιών, οι οποίοι σήμερα δοκιμάζονται έχοντας καταλήξει να αποτελούν μειοψηφία στα ίδια τους τα νησιά.

Συνεχίζοντας, η ελληνική διοίκηση κρίνεται απαραίτητο να μεριμνήσει ότι οι λαθρομετανάστες θα απελαθούν από τη χώρα, εφόσον διαπιστωθεί ότι δεν διαθέτουν την ιδιότητα πρόσφυγα, καθώς δικαίωμα σε ασύλο έχει μόνο ο πρόσφυγας.

Η απέλαση και η επαναπροώθησή τους είναι αναγκαία καθώς όπως φάνηκε και από τις μεγάλες υλικές καταστροφές που έχουν προκαλέσει οι φιλοξενούμενοι μουσουλμάνοι στα νησιά Λέσβο και Χίο είναι αδύνατον αυτοί να αφομοιωθούν.

Εν κατακλείδι, από τη μια πλευρά το μεταναστευτικό ζήτημα είναι αδήριτη ανάγκη να αντιμετωπιστεί αποφασιστικά από την ελληνική κυβέρνηση. Από την άλλη, η ελληνική κοινωνία και ιδίως οι κάτοικοι των νησιών οφείλουν να αντιδράσουν ψύχραιμα, και προπαντός χρησιμοποιώντας νόμιμα μέσα, καθώς δεν πρέπει να ξεχνούν ότι η Ελληνική Δημοκρατία είναι ένα κράτος δικαίου στο οποίο η αυτοδικία δεν έχει καμία θέση.

Τέλος, να τονιστεί ότι όσα αναφέρθηκαν ανωτέρω αφορούν τους πρόσφυγες και του μετανάστες που εισέρχονται διά θαλάσσης, καθώς η συμφωνία ΕΕ-Τουρκίας δεν καλύπτει και αυτούς που εισέρχονται στην Ελλάδα δια ξηράς από τον Έβρο. Στην τελευταία περίπτωση, η ελληνική κυβέρνηση έχει ιερό καθήκον να εξασφαλίσει ότι από τα χερσαία σύνορα δε θα περνά στη χώρα παράνομα ούτε κουνούπι.  

Γράφει ο Γιαννούλης Γρηγόριος (Άκης): Διευθυντής Εξωτερικών Συνεργασιών του Ινστιτούτου Οικονομικών και Πολιτικών Ερευνών Κέντρο Αστικής Μεταρρύθμισης (ΚΕ.ΑΣ.Μ.)Μέλος Διοικητικού Συμβουλίου της Ο.Ν.ΝΕ.Δ.Φαρσάλων

Back to top button